Η χρυσή παρηγοριά μου είν’ το κρασάκι μου με αυτό διασκεδάζω το μεράκι μου. Κόκκινα μου ρεπανάκια, φύλλα πράσινα εις υγείαν της παρέας κι όξω βάσανα. Όλο ούζο, ούζο, ούζο το βαρέθηκα βάλτε μου λίγο κρασάκι που τ’ ορέχτικα. Σαν μεθώ και πέφτω κάτω και λασπώνουμαι ακουμπώ στα δυο μου [...]
Κάμω να σ’ αλησμονήσω, μα η καρδιά μου με πονεί Σύ σ’ η πρώτη μου αγάπη, σύ ’σαι η παντοτινή Κάμω χάζι να σε βλέπω την ημέρα μια φορά Για να παίρνει ο νους μου αέρα κι η καρδιά παρηγοριά Απεφάσισα τα μαύρα να φορώ παντοτινά και να κλαίω μέρα-νύχτα, [...]
Kάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι κόρην α- κόρην αγαπώ. Κόρην αγαπώ, ξανθή και μαυρομάτα δώδεκα, δώδεκα χρονώ. Δώδεκα χρονώ, π’ ο ήλιος δεν την είδε παρά η μάνα της κανέλα τη φωνάζει κανελόριζα και άνθη της κανέλας φούντα της μηλιάς τα μήλα φορτωμένη τ’ άκουσα κι εγώ, πάω να κόψω μήλα [...]
Αντικριστός χορός 9σημου ρυθμού (2-3-2-2). Πολύ γνωστός στους Μεγαρίτες, που προφανώς τον έμαθαν από τους πρόσφυγες του χωριού Μελί της χερσονήσου Ερυθραίας, όταν οι τελευταίοι εγκαταστάθηκαν σε περιοχή κοντά στα Μέγαρα. Ηχογραφήθηκε το 1995.
Το σκοπό κατέγραψε η Δόμνα Σαμίου στο χωριό Σήμαντρα Χαλκιδικής από τους μουσικούς Γιάννη Νικολαϊδη, βιολί και Αντώνη Θωμαϊδη λαούτο, το 1982. Ηχογραφήθηκε το 1986.
Kάτω στην Αγια-Mαρίνη και στην Παναγιά δώδικα χρονώ κορίτσι έγινε καλογριά. Mήδε το σταυρό του κάνει, μήδε προσκυνά, μόνο βλέπ’ τα παλληκάρια και κρυφά γελά και στα σταυροδρόμια κάθ’ται και κρασί πουλά. Πέρασε κι ένας λεβέντης και την ερωτά. – Πόσο το κρασί, κυρά μου, πόσο η οκά; – Πέντε [...]
Κάτω στην Αγια-Μαρίνη και στην Παναγιά δώδικα χρονώ κορίτσι έγινε καλογριά. Μήδε το σταυρό του κάνει, μήδε προσκυνά, μόνο βλέπ’ τα παλληκάρια και κρυφά γελά και στα σταυροδρόμια κάθ’ται και κρασί πουλά. Πέρασε κι ένας λεβέντης και την ερωτά. – Πόσο το κρασί, κυρά μου, πόσο η οκά; – Πέντε [...]
Κάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι, κόρη ν-έ- κόρη ν-έπλενε κόρη ν-έπλενε τ’ αργυροφουστανά τζι. Σαν τ’ απόπλυνε, ήπεσε και κοιμήθη. Φύσηξε βοριάς, μαΐστρος, τραμουντάνα κι ανεσήκωσε τ’ αργυροφούστανό τζι κι εφανήκανε τα ποδαστράγαλά τζι κι έλαμψε ο γιαλός. Μπάρκο έπλεε κοντά στο περιγιάλι και μαϊνάρισε. –Για τραβάτε βρε παιδιά, [...]
Ας βαστάξει αυτός ο μπάλος, ας βαστάξει ως το πρωί να χορέψουν τα κορίτσια με τα ταίρια τους μαζί. A, μπερμπερίμ ογλάν γκελ, μποϊνουμά ντολάν. Μαύρα μου μάτια και γλυκά γιατί 'στε κακιωμένα, μήπως και σας εμάλωσε η μάνα σας για μένα. Μάτια και φρύδια έβλεπα και πίστευα ο καημένος [...]
Με γέλασαν, με γέλασαν(ε) τα πουλιά με γέλασαν(ε) τα πουλιά, της άνοιξης τ’ αηδόνια. Με γέλασαν και μου είπανε πουτές δε θα πιθάνω. Κι έχτισα το σπιτάκι μου ψηλότερο ’πού τ’ άλλα μ’ εφτά οχτώ πατώματα κι εξήντα παραθύρια. Στο παραθύρι κάθουμι, τους κάμπους αγναντεύω, βλέπω τους κάμπους πράσινους και τα [...]
Μέσ’ στης Πόλης τ’ αργαστήρια, μέσα στα σαράφικα1 σ’ έχουνε ζωγραφισμένη, σ’ είδα και σ’ αγάπησα. Σαν τη μαρμαροκολόνα στέκεις μέσ’ στην εκκλησιά και σε βλέπουν οι παπάδες και πετάνε τα χαρτιά. Απεφάσισα να γίνω στην Αγια-Σοφιά κουμπές2 να ’ρχονται να προσκυνάνε Τουρκοπούλες και Ρωμιές. Απεφάσισα, πουλί μου, απεφάσισε κι [...]
Aĝlama gelinim aĝlama Mor yemeniler de baĝlama Yolcuyum yolumuzdan eyleme Gelini bindirin ata Atlardan inerek basar Güveyi de Allah’ tan korkmaz Aĝlama gelinim aĝlama Mor yemeniler de baĝlama Yolcuyum yolumuzdan eyleme Μην κλαις, νύφη μου, μην κλαις, μη βάζεις και το μοβ τσεμπέρι. Είμαι ταξιδιώτης, μη μας αργοπορείς. Βάλτε τη [...]
Ούτε στην Πόλη ούτε στην Ασία / άλλην δεν είδα σαν την Ασπασία Μαύρα έχει μάτια και μεγάλα / ζυ- βρε ζυμωμένα με μέλι και με γάλα Έχω Ασπασία ένα καΐκι / να σιργιανάμε στη Σαλονίκη Έχω Ασπασία ένα παπόρι / να σιργιανάμε Σμύρνη και Πόλη
Παραπονιάρικό μου, τι έχεις κι όλο κλαις και το παράπονό σου σε μένα δεν το λες. Έβγα στο παραθύρι κρυφ’ απ’ τη μάνα σου και κάνε πως ποτίζεις τη μαντζουράνα σου. [Έβγα στο παραθύρι να δεις τι γίνεται, το αίμα της καρδιάς μου για σένα χύνεται.] Αχ, αμάν, αυτό το [...]
Περ’μένω σε, περ’μένω σε, πουρνόν, μεσημέρ’, βράδον εσύ πουθέν κι φαίνεσαι, ας παίρ’ την ψυμ’ ο χάρον. Aμόν ήλες εφάνθες με κι αμόν αϊτός εδέβες κι ους να εκαλοτέρεσα ρασία επιδέβες. Περ’μένω σε και έρχεσαι ξέν’ είναι που περνούνε έλα κι ας λάμπ'νε τα ρασιά, τ’ ομάλια ας γελούνε.
Σαν τα μάρμαρα της Πόλης που ’ναι στην Αγια-Σοφιά έτσι τα ’χεις ταιριασμένα μάτια, φρύδια και μαλλιά. Αποφάσισα να γίνω στην Αγια-Σοφιά κουπές να ’ρχονται να προσκυνάνε άσπρες και μελαχρινές. *κουπές: τρούλος