00:00
Κεντρική σελίδα / Το έργο της / Δισκογραφία / Της φύσης και του έρωτα
Με τα τραγούδια αυτής της συλλογής η Δόμνα θέλησε να θυμίσει πως στα παλιότερα χρόνια η φύση ήταν αντικείμενο λατρείας και δέους για τον άνθρωπο κι όχι στόχος καταστρεπτικής μανίας. Η λαϊκή φυσιολατρία των δημοτικών τραγουδιών δεν έχει σχέση με καμιά ρομαντική νοσταλγία: αποτελεί απαύγασμα της ίδιας της ζωής και της καθημερινής εμπειρίας, για αυτό και μπορεί να εκφράζεται με τόσο ποιητικό τρόπο.
Στα παλιότερα χρόνια η φύση αποτελούσε αντικείμενο λατρείας και δέους για τον άνθρωπο, όχι εμπόδιο στα σχέδιά του, όχι στόχο καταστρεπτικής μανίας. Στις μέρες μας όλο και πιο συχνά ακούμε για πλημμύρες, για μεγάλες πυρκαγιές δασών, για οικολογικές καταστροφές.
Αιτία; Η απληστία του σημερινού ανθρώπου, το χάσιμο της επαφής με το πολύτιμο, πανέμορφο φυσικό περιβάλλον.
Με αυτή τη συλλογή, λοιπόν, θέλω να υπενθυμίσω και να υπογραμμίσω ότι για τους ανθρώπους πριν από μας που έφτιαξαν τα τραγούδια που παρουσιάζουμε εδώ οι συνεργάτες μου κι εγώ, η φύση συγκέντρωνε όλες τις ομορφιές του κόσμου που μας περιβάλλει: από το «φεγγάρι που φωτάει ως το πρωί» ως το «μαργαριταροσπαρμένο περιβόλι», από το «ψιλόλιγνο κυπαρίσσι» ως τα πολύχρωμα άνθη του αγρού. Ακόμα και για να αναφερθεί στα πιο αγαπημένα του πρόσωπα, ο λαός δανειζότανε στοιχεία από τον φυσικό κόσμο: «πέρδικα μου πλουμιστή» – «σγουρέ βασιλικέ μου» – «βιολέτα μ’ ανθισμένη»… η κοπέλα. «Σταυραετός» – «ψηλό κυπαρίσσι» ή «ορμητικός ποταμός»… ο νέος.
Θαυμάζω απεριόριστα τους στίχους και τις μελωδίες που εμπνευστήκαν απλοί συνάνθρωποί μας και θέλησα να μοιραστώ μαζί σας την ομορφιά αυτών των τραγουδιών που συγκέντρωσα: διαφορετικά για κάθε εποχή του χρόνου, για κάθε περίσταση, για κάθε περιοχή. Θέλησα να σας θυμίσω ότι τότε οι άνθρωποι αγαπούσαν και σέβονταν τη φύση και το περιβάλλον.
Δόμνα Σαμίου (2006)
Η λαϊκή ωστόσο φυσιολατρία των δημοτικών τραγουδιών έχει άλλη αφετηρία, άλλη έκφραση και άλλο περιεχόμενο. Το αίσθημα της φύσης στον άνθρωπο της παραδοσιακής κοινωνίας της υπαίθρου είναι έντονο και ζωηρό, κυρίως όμως πιο βαθύ και πιο αληθινό από κάθε ρομαντική νοσταλγία. Αποτελεί απαύγασμα της καθημερινής εμπειρίας μέσα στην απεριόριστη φύση, αβίαστη και θαυμαστή, συχνά, έκφραση βιωμάτων. Το ότι η αγάπη για τη φύση δεν είναι καθόλου έκφραση ρομαντική αλλά γέννημα της ζωής φαίνεται ιδιαιτέρως στα κλέφτικα της ηπειρωτικής Ελλάδας και στα ποιμενικά τραγούδια της Κρήτης και άλλων νησιών. Επιπλέον, μπορεί κανείς να το συμπεράνει κι από πολλούς άλλους παράγοντες, όπως, για παράδειγμα, από τις αιτίες που δημιούργησαν τη γνωστή, από τα δημοτικά τραγούδια, απέχθεια ή και καταφρόνηση των ορεινών προς το νοσηρό βίο της πεδιάδας.
Ο έρωτας
Ο ελληνικός λαός δημιούργησε πολλούς μύθους και πολλές παραδόσεις που αφορούν τον έρωτα και τα πολυποίκιλα συναισθήματα που τον συνοδεύουν. Η δημώδης ερωτική ποίηση έχει αρχαία καταγωγή, αφού δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι αυτή είναι δυνατόν να έλειψε ποτέ εφόσον υπάρχει λαός.
Τα πρώτα δείγματα νεότερης δημοτικής, ερωτικής ποίησης εμφανίζονται κατά τους τελευταίους αιώνες της βυζαντινής εποχής. Στα δημώδη, έμμετρα βυζαντινά μυθιστορήματα που έχουν ερωτικές υποθέσεις περιέχονται μικρά τραγούδια που ονομάζονται καταλόγια, και τα οποία έχουν όλα τα χαρακτηριστικά της μεταγενέστερης, και γνωστής σ’ εμάς από τα δημοτικά τραγούδια, τεχνοτροπίας.
Τα τραγούδια της αγάπης αποτελούν μια σπουδαία και μεγάλη κατηγορία με θέματα την ομορφιά και το φλογερό πάθος του έρωτα, εκφρασμένα μέσα από ερωτικούς διαλόγους και μικρές ιστορίες αγάπης. Η ποικιλία του περιεχομένου αυτής της κατηγορίας αντιστοιχεί στα πολλά, διαφορετικά (συχνά αντιφατικά) συναισθήματα των ερωτευμένων και πολύ συχνά εκφράζεται με θαυμαστή επιγραμματική συντομία και χάρη.
Πολλά από τα τραγούδια της αγάπης είναι πολύστιχα, τα περισσότερα όμως αποτελούνται από ευάριθμους στίχους, ενώ τα δίστιχα (που αποτελούν μια χωριστή υποκατηγορία) μπορούμε να πούμε πως είναι απειράριθμα. Κατά τόπους είναι γνωστά με διάφορα ονόματα: λιανοτράγουδα, μανέδες, κοτσάκια, μαντινάδες και πατινάδες που, όπως τα παρακλαυσίθυρα των αρχαίων, τραγουδιούνται από νέους κάτω από τα παράθυρα των εκλεκτών της καρδιάς τους.
Το μεγαλύτερο μέρος των δημοτικών τραγουδιών της αγάπης αποτελούν τραγούδια χορευτικά και γι’ αυτό (εκτός από τα δίστιχα) παρουσιάζουν μετρική ποικιλία, δεν περιορίζονται δηλαδή μόνο στο δεκαπεντασύλλαβο ποιητικό μέτρο.
Αυτό που αξίζει να επισημανθεί αλλά και να επιδιωχθεί, ιδιαιτέρως από τους νέους ανθρώπους που σήμερα βομβαρδίζονται με κενά πνευματικού περιεχομένου πρότυπα στον τομέα του τραγουδιού, είναι η εντός του σύγχρονου κοινωνικού περίγυρου ενατένιση των τραγουδιών αυτών, όχι σαν κάτι το τετελεσμένο που ανήκει στον κύκλο της ιστορικής έρευνας, αλλά σαν μια ζωντανή μορφή, σαν μια ρέουσα υπόσταση του είναι μας ως εθνικής ολότητας. Πιο συγκεκριμένα, να αξιολογήσουμε το ποιητικό περιεχόμενό τους και να το γευθούμε ως ποίηση με ανοικτούς τους δέκτες της ψυχικής μας ευαισθησίας. Να χαρούμε τον ερωτισμό τους, πότε γαλήνιο και ήρεμο, και πότε ταραγμένο, και να δεχτούμε τη δροσιά που έχουν και την τόσο ωραία εναρμονισμένη με το μεσογειακό τοπίο πλαστική χάρη τους. Να κατανοήσουμε πως είναι ένα κομμάτι του εαυτού μας, ένα κομμάτι της πνευματικής, πολιτιστικής και εθνικής μας αφετηρίας.
Γιώργος Ε. Παπαδάκης (2006)