00:00
Κεντρική σελίδα / Το έργο της / Κατάλογος τραγουδιών / Ένας κοντός κοντούτσικος (Mελί Eρυθραίας)
Ένας κοντός, ένας κοντός κοντούτσικος,
άιντες πουλί μου άιντες, ν-έχ’ όμορφη γυναίκα,
ζηλεύει του, κι αμάν αμάν, ζηλεύει του η γειτονιά,
ζηλεύει του η γειτονιά, ζηλεύει του κι η χώρα,
σαν του ζηλεύει η μάνα του, κανείς δεν του ζηλεύει.
Του ζήλεψε κι ένας πασάς πο’ ’χει όμορφη γυναίκα,
και βαριχαρατσώνει τον εννιά χιλιάδες γρόσια.
Πουλά αμπέλι’ ατρύγητα κι αμπέλια τρυγημένα,
πουλά και το ζευγάρι του με το ζυγό δεμένο
κι ήκατσε στο λογαριασμό κι ακόμα χίλια λείπουν.
– Ντύσου, στολίσου λυγερή, να πα να σε πουλήσω.
Κι ήρχισε και στολίζουνταν τρεις μέρες και τρεις νύχτες.
[Βάζει τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθι,
και του κοράκου το φτερό βάζει καμαροφρύδι.
Κι εσείστη κι ελυγίστηκε, να πα να την πουλήσει.
Στο δρόμο οπού πήγαιναν, στο δρόμο που διαβαίναν,
γιανίτσαρος τους απαντά, μικρό γιανιτσαράκι.
– Πού πας κοντέ την όμορφη; – Πάω να την πουλήσω.
– Για πες μου πόσο την πουλάς, ίσως την αγοράσω.
– Το ’να της χείλι χίλια πα, τα δυο της δυο χιλιάδες,
που σκύψει και φιλήσει την αμέτρητα τα δίνει.
Κι εβούτηξεν στην τσέπη του κι όσα ’χε ήδωκέν τα.
Αρχίζει ο νιος να την τσιμπά, αρχίζει ο Θιος κι εβρόντα.
Αρχίζ’ ο νιος να την φιλά, αρχίζ’ ο Θιος να βρέχει.
– Για πες μου, πες μου λυγερή, πούθε βαστά η γενιά σου;
– Η μάνα μου ’ν’ απ’ το Μοργιά κι ο κύρης μ’ απ’ τ’ Ανάπλι,
είχαμε κι έναν αδερφό, τον λέγανε Γιαννάκη
κι από μικρό τον πήρανε οι κλέφτες καπετάνιο.
– Πάρε, κοντέ, την όμορφη κι εμέν’ είν’ αδερφή μου,
και τα χρουσά που σου ’δωκα ας είναι τα προικιά της.]
Σπουδαίο παράδειγμα για τις πληροφορίες που μας δίνει σχετικά με τις κοινωνικές συνθήκες, τις οικογενειακές σχέσεις και κυρίως τη θέση της γυναίκας –την αγοραπωλησία της οποίας πραγματεύεται– αποτελεί το τραγούδι του Κοντού. Κεντρικό θέμα του είναι το πολύ αγαπητό στη λαϊκή λογοτεχνία όλων των λαών μοτίβο της αναγνώρισης συγγενικών προσώπων κάτω από οριακές συνθήκες (βλ. και τραγούδια Πραματευτής κατέβαινε, Μια κόρη συναπόβγανε, Ξημέρωσε η ανατολή, Τρι άρχοντες καθόντανε, Ένας κοντός κοντούτσικος (Σκιάθος)). Στη συγκεκριμένη παραλογή μια κόρη χριστιανή, που είτε την πουλάει ο άντρας της για να εξοφλήσει υπέρογκο χρέος είτε πέφτει στα χέρια κουρσάρων, αναγνωρίζεται την τελευταία στιγμή –και συνήθως μετά από θεία επέμβαση– από τον τουρκεμένο αδελφό της πριν συντελέσουν άθελά τους το αμάρτημα της αιμομιξίας.
Από το γεγονός ότι ο αδελφός αναφέρεται ως γενίτσαρος, ο S. Βaud-Βovy τοποθετεί την δημιουργία του τραγουδιού στον 15ο αιώνα, εποχή σύστασης των γενιτσαρικών ταγμάτων. Ο Στ. Κυριακίδης αντίθετα θεωρεί ότι το θέμα της αναγνώρισης των δύο αδελφιών λίγο πριν από την ανόσια ένωσή τους είναι παλαιότερο των χρόνων της Τουρκοκρατίας και απαντάται ήδη στο Ταλμούδ, το οποίο υπάρχει μεταφρασμένο στα ελληνικά ως ανάγνωσμα στη Συναγωγή χάριν των ελληνόφωνων Εβραίων. Μιράντα Τερζοπούλου (2008)
Ηχογραφήθηκε σε στούντιο, το 2006. Το κατέγραψε η Δόμνα Σαμίου στο Μελί Μεγάρων Αττικής από ομάδα γυναικών, το 1980.
Τα Τραγούδια και οι Τόποι τους – Η Χερσόνησος της Ερυθραίας. Περιήγηση πάνω σε έναν διαδραστικό χάρτη με οδηγό το Αρχείο Δόμνας Σαμίου. Τραγούδια, πληροφορίες, μαρτυρίες και φωτογραφίες από τις κωμοπόλεις, τα χωριά και τους οικισμούς όπου ζούσαν Ρωμιοί έως το 1922. Ξεκινήστε την περιήγηση
Τραγούδι
Φλογέρα
Πολίτικη λύρα
Κανονάκι
Ούτι
Μπεϊντίρ
Κουτάλια