Λεν, ήρθι Mάης, αμάν γκελ αμάν, λεν ήρθι Μάης κι Άνοιξη, ήρθι Μάης κι Άνοιξη, ήρθι το καλουκαίρι λεν π’ ανθίζουν τα, αμάν γκελ αμάν, λεν π’ ανθίζουν τα τραντάφυλλα π’ ανθίζουν τα τραντάφυλλα τα μοσχομυρισμένα. Άσπρο τραντάφυλλο φουρώ κι θέλου να του βάψου κι αν θα βάλου στη βαφή πουλλές καρδιές θα κάψου.
Λεν ήρθι Mάης, αμάν γκελ αμάν ήρθι Mάης κι Άνοιξη ήρθι το καλουκαίρι π’ ανθίζουν τα τριαντάφυλλα τα μοσχομυρισμένα. Άσπρο τριαντάφυλλο φουρώ κι θέλου να του βάψου κι αν θα του πιτύχου στη βαφή πουλλές καρδιές θα κάψου.
Χορός του Πάσχα ⬥ Μαρία πάει για πασχαλιές, λάλησ’ αηδόνι μ’ λάλησι πασχαλίτσις να μαζέψει, μες στ’ αμπέλια στα χουράφια. Μαζώνουντας τις πασχαλιές, γελώντας τραγουδιώντας, βρίσκ’ αηδόν’ που κελαηδούσι. Αγάλια-αγάλια του ζυγών’ να μην του ξινουμίσει,1 να τ’ αφήσ’ να κελαηδήσει. Έκατσι του καμάρουνι κι ’κείνου την τηρούσι κι γλυκά [...]
Με γέλασαν, με γέλασαν(ε) τα πουλιά με γέλασαν(ε) τα πουλιά, της άνοιξης τ’ αηδόνια. Με γέλασαν και μου είπανε πουτές δε θα πιθάνω. Κι έχτισα το σπιτάκι μου ψηλότερο ’πού τ’ άλλα μ’ εφτά οχτώ πατώματα κι εξήντα παραθύρια. Στο παραθύρι κάθουμι, τους κάμπους αγναντεύω, βλέπω τους κάμπους πράσινους και τα [...]
Μια μάνα έχει ένα γιο, ένα κι κανακάρη, τον ζήλευε η γειτονιά, που δεν ραΐζουν τα βουνά, τον ζήλεψε κι η Ρούλα, μια μικρή παπαδοπούλα, τον ζήλεψε κι η μάνα του, η σκύλα παραμάνα του, άντρα για να τον κάνει και στεφάνι να τον βάλει. Μια Κυριακή, ένα πρωί, απόφασε [...]
Μια Πασχαλιά, μια Πασχαλιά, μια Πασχαλιά, μια Κυριακή κι μια ’πίσημη ημέρα, πουλάκι μου, κι μια ’πίσημη ημέρα, πουλάκι μ’ ιμάν, μάνα ν-υγιό ν-ιστόλιζι Σαββάτο ν-όλη μέρα την Κυριακίτσα του προυί στην ικκλησιά να πάει. Ούλοι πααίν’ στην ικκλησιά, χιράκια σταυρουμένα, πήγα κι ’γώ στην ικκλησιά, ματάκια σφαλισμένα. Όντας μι [...]
Μοναχογιός ο Κωσταντής, μικρός και χαϊδεμένος, έναν τον έχει η μάνα του, έναν και κανακάρη. Τον έλουζε, τον χτένιζε και στο σχολειό τον στέλνει κι ο δάσκαλος τον διάβαζε, γράμματα τον μαθαίνει. Αντρειώθηκεν ο Κωσταντής κι έγινε παλληκάρι, στη χώρα ήταν ξακουστός, στη μάνα του καμάρι.
Μωρέ καλή μου λεμονιά και πού να σε φυτέψω, να σε φυτέψω στο βουνό, φοβούμαι μη παγώσεις να σε φυτέψω στην αυλή, φοβούμαι μη σε κλέψουν. Θα σε φυτέψω στην καρδιά εχθροί σου να ζηλέψουν.
Να ’μαν πουλί να πέταγα ψηλά στα κορφοβούνια ν’ αγνάντευα ολόγυρα στα μακρινά τα ξένα να ’βλεπα την αγάπη μου, να ’βλεπα τον καλό μου σε τι σαντήρια κάθεται…
Να ΄μαν πουλί να πέταγα ψηλά στα κορφοβούνια ν’ αγνάντευα ολόγυρα στα μακρινά τα ξένα να ‘βλεπα την αγάπη μου, σε τι τραπέζια τρώει ποιανού χεράκια την κερνούν.
Ξένος ήμαν κι ήρθα τώρα από μέσα απ’ τη Φραγκιά σου ’φερα καινούργια γρόσια και διαμάντια και φλουριά. – Tι τα θέλω εγώ τα γρόσια, τι τα θέλω τα φλουριά, ’χω καρδιά μου κλειδωμένη με σαράντα δυο κλειδιά, δεν ανοίγει με παράδες, δεν ανοίγει με φλουριά μόν’ ανοίγει με λεβέντες [...]
Κι ο Διγενής, ντιλμπέριμ ιμάν, κι ο Διγενής ψυχομαχάει τα δυο μου μάτια, κι ο Διγενής πιθαίνει μαύρα είν’ τα μάτια, κι ο Διγενής πιθαίνει. Όσοι άρχοντες κι αν τ’ άκουσαν όλοι τρέχουν και πάνε με μήλα με δαμάσκηνα με δροσερό σταφύλι. Στ’ν κάλ’ στην καλή του λάλησι και στην καλή [...]
Ο Διγενής, ντιλμπέρι μ’ ιμάν1, ο Διγενής ψυχομαχάει, μαύρα μου μάτια, και τα βουνά τρομάζουν, μαύρα είν’ τα μάτια, και τα βουνά τρομάζουν. Όσοι άρχοντες, ντιλμπέρι μ’ ιμάν, όσοι άρχοντες κι αν τ’ άκουσαν, μαύρα μου μάτια, παίρνουν δρόμο και πάνε, μαύρα είν’ τα μάτια, παίρνουν δρόμο και πάνε με [...]
Ο ήλιος βασιλεύει κι η μέρα σώνεται και μένα το πουλί μου πού ξημερώνεται. Μονάχο του στα ξένα πώς τα πορεύεται κι εγώ το περιμένω κι αυτό δεν έρχεται.
Βασισμένο σε μέτρο 4/4, το κομμάτι αυτό ανήκει στο είδος μουσικής που λέγεται «καθιστική», της «τάβλας», ή του «τραπεζιού», επειδή δεν χορεύεται, ή μάλλον γιατί εκτελείται σε πανηγύρια, συμπόσια και διάφορες άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις με τους πάντες (εκτελεστές και ακροατήριο) καθισμένους συνήθως γύρω από ένα τραπέζι. Ηχογραφήθηκε το 1974.
Όταν πήγα, κυρά μου, στο χασάπη, όταν πήγα, κυρά μου, στο χασάπη, όταν πήγα στο χασάπη ν’ αγοράσω κρεατάκι. Και μου δίνει μια κοκκάλα μια γαϊδουρινή κεφάλα. Πέντε μέρες τηνε βράζω στις εφτά την κατεβάζω. Και μου ήρθε ένας φίλος της γειτόνισσας ο σκύλος. Και αρπάζει την κοκκάλα από μέσ’ [...]
Π’ αυγινικό κι αν βγήκαμι, σ’ αρχουντικό θα πάμι να πούμι στουν αφέντη μας τουν πουλυχρουνιμένου που ‘χει τα σπίτια τα ψηλά μι τα ψηλά παρμάκια απού ‘χει τις τρανές αυλές, τις μαρμαρουστρουμένις. Άνοιξι, πόρτα μ’, άνοιξι, άνοιξι καναρένια έχου δυο λόγια να σι πω κι κείνα ζαχαρένια. Άγιους Βασίλης [...]
Στη Θράκη και μεταξύ των Ελλήνων προσφύγων από τον Πόντο της Μ. Ασίας, αλλά και σ’ άλλους βαλκανικούς λαούς, η μεγάλη φλογέρα, που διαιρείται σε τρία κομμάτια κι έχει μήκος περίπου ένα μέτρο, λέγεται γαβάλα ή γαβάλ ή καβάλ. Σ’ άλλες περιοχές της χώρας το ίδιο όργανο λέγεται τζαμάρα. Ηχογραφήθηκε [...]
Παλληκάρια μου Ντερβενιώτικα και Βαρνιώτικα τί με βλέπετε και μαραίνεστε, μένα η μάνα μου μ’ αρραβώνιασι κι με πάντριψι πέρα στη Βλαχιά πέρα στη Βλαχιά και στην Ταταριά, πήρα άντρα Τάταρο.
Σαράντα παλληκάρια κι ένας γέροντας στολίστ’καν κι αρματώθ’καν για τουν πόλιμου. Βάζουνε τα ντουφέκια τ’ς, φέγγουν τα βουνά, βάζουν και τα σπαθιά τους, λάμπουν θάλασσες. Παίρνουν το δρόμο πάνε, τη γιαλόστρατα,* στη μάνα τους πηγαίνουν την ευχή τ’ς να τ’ς δώσ’. Ώρα καλή παιδιά μου κι αντέτ’ στο καλό. *γιαλόστρατα: [...]
Σι δυο βουνά ανάμεσα, μπιρμπιλουμαυρουμάτισα, κλήμα ήταν φυτρουμένο, άιντε, μουρή ν-αρβανιτοπούλα. Κάνει σταφύλι ραζακί κι του κρασί τ’ μουσχάτου του πίνουν άντρεις δε μιθούν, μάνις πιδιά δεν κάνουν. Να το ’πινι κι η μάνα μου, να μη είχι καν’ κι μένα. Κι αν μ’ ίκανι, τι μ’ ήθιλι, κι μ’ [...]
Σήμιρα τα Φώτα κι φουτισμός κι χαρά μιγάλη κι αγιασμός. Κάτου στουν Ιουρδάνη τουν πουταμό κάθιτ’ η κυρά μας η Παναγιά. Σπάργανα βαστάει, κιριά κρατεί κι τουν Άγιου Γιάννη παρακαλεί. Άγιε Γιάννη αφέντη μου Πρόδρουμι δύνασι βαφτίσεις Θιού πιδί; Πείγουμι κι θέλου κι προυσκυνώ κι τουν Κύριό μου παρακαλώ αύριου [...]
Σούρβα, σούρβα, γιρό κουρμί γιρό κουρμί, γιρό σταυρί σαν ασήμι, σαν κρανιά κι του χρόν’ ούλ’ γιροί ούλ’ γιροί, καλόκαρδοι. Σούρβα, σούρβα για χαρά γιά σταφίδις, γιά παρά γιά καρύδις, γιά μπαντέμια γιά ένα ξυλουκέρατου.