Μια αυγούλα, Σταυρούλα, θε να σηκωθώ, μια αυγούλα θε να σηκωθώ, να μπω σε περιβόλι, να μπω σε περιβόλι, να κό- λέει, να κόψω μήλο της μηλιάς, να κόψω μήλο της μηλιάς, κυδώνι της αγάπης, κυδώνι της αγάπης. Να κόψω κι ένα λιόφυλλο να παίζω το γιογκάρι. Γιογκάρι μου περήφανο [...]
Μια κόρη τ’ απεφάσισε να πάει με τους κλέφτες βάνει φωτιά, βρ’ αμάν ωχ αμάν αμάν, βάνει φωτιά στον αργαλειό. Βάνει φωτιά στον αργαλειό, στο φιλντισένιο χτένι, και τ’ άρματά της φόρεσε και πάει με τους κλέφτες. Δώδεκα χρόνους έκανε στους κλέφτες καπετάνιος, κανείς δεν τηνε γνώρισε πως ήταν κορασίδα. [...]
Mια Παρασκευή κι ένα Σαββάτο βράδυ μάνα μ’ έδιωχνε ν-από τα γονικά μου κι ο πατέρας μου κι αυτός μου λέει φεύγα. Φεύγω κλαίγοντας και παραπονεμένα, παίρνω ’να στρατί, στρατί το μονοπάτι.
Ωρέ, να ’σαν τα νιά- λέει, να ’σαν τα νιάτα, πουλί μου, δυο φορές να ’σαν τα νιάτα δυο φορές, τα γηρατειά καμμία τα γηρατειά καμμία να ξανανιώσω μια φορά, να γίνω παλληκάρι να βάλω το φεσάκι μου, να βγαίνω στο παζάρι. Να κάνω νιούς να χαίρονται, γέρους να καμαρώνουν [...]
Να ’χα νεράντζι να, μωρέ, να ’ριχνα στο πέ, μάνα μ’, στο πέρα παρεθύρι να τσάκιζα, τσάκιζα το μαστραπά, Ρόιδω μου, να τσάκιζα το μαστραπά πόχει το μόσχο μέσα το μόσχο και τη ζάχαρη και την κανέλα αντάμα. Για σε τα λέω αγάπη μου που ’σαι στο παρεθύρι. Το μαντιλάκι που κεντάς σε μένα [...]
Nα ’χα νεράντζι να ’ριχνα στο πέ- καλέ, στο πέρα παραθύρι να τσάκιζα, τσάκιζα, το μαστραπά, Ρόιδω μου να τσάκιζα το μαστραπά πόχει το μόσχο μέσα το μόσχο και τη ζάχαρη και την κανέλα αντάμα. Για σε τα λέω αγάπη μου που ’σαι στο παραθύρι το μαντιλάκι που κεντάς σε [...]
Νεραντζούλα φουντωμένη, νεραντζούλα φουντωμένη, πού ’ναι τ’ άνθη σου, νεραντζούλα, πού ’ναι τ’ άνθη σου πού ’ν’ η πρώτη σου εμορφάδα, πού ’ν’ τα κάλλη σου; Φύσηξε βοριάς κι αγέρας και τα τίναξε. Σε παρακαλώ, βοριά μου, φύσα ταπεινά, ν’ αρμενίσουν τα καράβια τα σπετσιώτικα.
Όλα τα κάστρα τα ’δα κι όλα τα ’δειρα,1 βρ’ αμάν αμάν αμάν, κι όλα τα ’δειρα· κι όλα τα ’δει- τα ’δειρα, Φραγκοπούλα και Ρωμιά. Σαν της Ωριάς το κάστρο, κάστρο δεν είδα, Φράγκα με τα ρεπαντιά,2 να ’χει ασημένιες πόρτες κι αργυρά κλειδιά, Φραγκοπούλα και Ρωμιά. Τούρκοι το πολεμούσαν [...]
Όλα τα πουλάκια, κι αμάν-αμάν, όλα τα πουλάκια ζυγά-ζυγά, όλα τα πουλάκια ζυγά-ζυγά, τα χελιδονάκια ζευγαρωτά. Το ’ρημο τ’ αηδόνι το μοναχό περπατεί στους κάμπους με τον αϊτό. Περπατεί και λέει και κελαηδεί. – Βρε Μεσολογγίτη πραματευτή, πού τηνε διαλέχτεις αυτήν τη νιά, την ξανθομαλλούσα, την Πατρινιά; – Απ’ την Πόλη [...]
Όλοι τον ήλιο τον τηρούν που πάει να βασιλέψει κι η κόρη πο ’χει τον καημό τη θάλασσ’ αγναντεύει. Bλέπει καράβια κι έρχονται, βαρκούλες κι αρμενίζουν. – Μάνα, καράβια τέσσερα, μάνα βαρκούλες πέντε· μάνα, κατέβα ρώτα τα, μάνα κατέβα δες τα, μην είδαν την αγάπη μου, τον αγαπητικό μου; Σε [...]
Ούλες οι χώρες χαίρουνται κι ούλες βαρούν παιχνίδια1 ν-Ανάπλι, ωχ Ανάπλι μου, ωχ, Ανάπλι για δε χαίρεσαι. Ανάπλι για δε χαίρεσαι, για δε βαρείς παιχνίδια.2 Το τι καλό ’χω να χαρώ, παιχνίδια να βαρέσω; Στεριάς με δέρνει ο Πρίντζιπας, πελάγου η Μπουμπουλίνα. Ανάπλι δώσε τα κλειδιά. 1βαρούν παιχνίδια: παίζουν μουσικές [...]
– Παναγιωτί- κι αμάν αμάν αμάν, Παναγιωτίτσα λυγερή Παναγιωτίτσα λυγερή κατέβα κάτω στην αυλή – Δεν κατεβαίνω στην αυλή τι μ’ έχει η μάνα μ’ ακριβή, κι απ’ την ακρίβεια την πολλή μου φτιάσαν γυάλινο κλουβί και μέσα με κλειδώσανε, στη Βενετιά με δώσανε να πα να μάθω γράμματα ρωμαίικα [...]
Παντρεύουνε τον κάβουρα, ω και του δίνουν τη χελώνα ντράγκα – ντρούγκα τα ’ργανα, ωρέ τα ’ργανα. καλέσαν και τον πόντικα, τα συμβόλαια να γράψει καλέσαν τον σκαντζόχοιρο, γιεμ τα στέφανα ν’ αλλάξει καλέσαν και τον τζίτζικα, για να παίξει το βιολί του καλέσαν και τον γάιδαρο, για να πάει [...]
Παντρεύουνε τον κάβουρα ω ω ω και του δίνουν τη χελώνα ντράγκα-ντρούγκα τά ’ργανα, ωρέ τά ’ργανα. καλέσαν και τον πόντικα τα συμβόλαια να γράψει καλέσαν το σκαντζόχοιρο γιέμ τα στέφανα ν’ αλλάξει καλέσαν και το τζίτζικα για να παίξει το βιολί του καλέσαν και το γάϊδαρο για να πάει [...]
Περιβόλι ν-είχα, η πάπια μ’, περιβόλι ν-είχα περιβόλι ν-είχα νεραντζοσπαρμένο. Νεραντζοσπαρμένο, η πάπια μ’, νεραντζοσπαρμένο νεραντζοσπαρμένο και στ’ άνθη γεμισμένο. Κι από κάτω απ’ τ’ άνθη και το νεραντζάκι πέρδικα καθόταν και δροσολογιόταν. Κι από τη δροσιά της, πέσανε τα φτερά της τα χρυσοπούπουλά της.
Που ήσουν πέ- μωρή πέρδικα, που ήσουν πέρδικα καημένη που ήσουν πέρδικα καημένη, κι ήρθες το πρωί βρεμένη. Ήμουνα ψηλά στα πλάγια στις δροσιές και στα χορτάρια. Tι έτρωγες πέρα στα πλάγια στις δροσιές και στα χορτάρια. Έτρωγα το Mάη τριφύλλι και τον Aύγουστο σταφύλι.
Σε κακοσκάλι ανέβαινα εχτές το βράδι, βράδι κι έντωσε το σιλάχι* μου κι έπεσε το μαντίλι, με τετρακόσια δυο φλουριά, με πεντακόσιες λίρες. Δεν κλαίω ο δόλιος τα φλουριά, τις πεντακόσιες λίρες, κλαίω το μαντιλάκι μου. *σιλάχι: ζώνη
Σήμερα λάμπει ο ουρανός, σήμερα λάμπει η μέρα σήμερα στεφανώνεται αϊτός την περιστέρα. Ένα τραγούδι θε να πω απάνου στο ρεβίθι χαρά στα μάτια του γαμπρού που διάλεξαν τη νύφη. Ένα τραγούδι θε να πω απάνου στο κεράσι να ζήσ’ η νύφη κι ο γαμπρός, να ζήσει, να γεράσει. Ένα [...]
Χορός του Πάσχα ⬥ Σήμερα μαύρα μου μάτια, σήμερα Χριστός Ανέστη σήμερα Χριστός Ανέστη και στους ουρανούς ευρέθη. Σήμερα μαύρα μου μάτια, σήμερα τα παλληκάρια σήμερα τα παλληκάρια στέκονται σαν τα λιοντάρια. Σήμερα μαύρα μου μάτια, σήμερα και τα κορίτσια σήμερα και τα κορίτσια στέκονται σαν κυπαρίσσια. Σήμερα μαύρα μου [...]
Σου ‘πα μάνα, καλέ μάνα, σου ‘πα μάνα πάντρεψέ με, σου ‘πα μάνα πάντρεψέ με, σπιτονοικοκύρεψέ με. Γέρον άντρα μη μου δώσεις γιατί θα τα μετανιώσεις, γιατ’ ο γέρος τα ξετάζει, στο ξύλο τα λογαριάζει.
Σούρνει ο Τάταρης, σούρνει ο Τάταρης εννιά αδέρφια-να δεμένα μ’ έναν ά-να-λυσο, μπιρμπιλομά-να-τα μου, μωρέ, μ’ έναν ά-να-λυσο, σε κλαίν’ τα μά-να-τια μου. Μ’ έναν άλυσο, και τα εννιά δεμένα. Πάει και η μάνα τους, κοντά παρακαλώντας. Αφέντη Τάταρη, αφέντη των μπαιδιών μου, για χάρισε κι εμέ ένα από τα [...]
Στα Βέρβενα, στα Βέρβενα, στα Δολιανά, κυρά μου γιεμ, και στον ωραίον τόπο, κει π’ αρέσει των ανθρώπων. Εκεί ’ναι τα γλυκά κρασιά, κυρά μου τα ωραία παλληκάρια, κιτρολεμονιάς κλωνάρια. Το πίνουν νιές, το πίνουν γριές, κυρά μου το πίνουν παντρεμένες, χήρες κι αρρεβωνιασμένες. Δε φταίνε το γλυκά κρασιά, κυρά [...]
Στα Τρίκορφα1 μες στην κορφή Κολοκοτρώνης ρίχν’ ορδή,2 μες στα Τρίκορφα στη ράχη πάει το αίμα σαν αυλάκι. Κολοκοτρώνης φώναξε κι ούλος ο κόσμος τρόμαξε, γιεμ, ο Θοδωρής φωνάζει και το στράτευμα διατάζει. Πού ’σαι μωρέ Νικηταρά πο ’χουν τα πόδια σου φτερά, γιεμ, και συ μωρέ Γιατράκο κάθε μέρα [...]
Στα Τρίκορφα* λέει, στα Τρίκορφα, στα Τρίκορφα μες στη κορφή, στα Τρίκορφα μες στη κορφή Κολοκοτρώνης πολεμεί και στα Τρίκορφα στη ράχη πάει το αίμα σαν αυλάκι. Κολοκοτρώνης φώναξε κι όλος ο κόσμος τρόμαξε το Νικηταρά φωνάζει και τους Τούρκους τους τρομάζει. *Τρίκορφα: βουνό της Μαντίνειας, παρακλάδι του Μαίναλου