Καλόμοιρος, καλότυχος που θέλ’ να πάρει εμένα που ξέρω ρο- δουλεύτρα εγώ, που ξέρω ρόκα κι αργαλειό. Που ξέρω ρόκα κι αργαλειό και το κρασί το πίνω το πίνω, το πίνω και στάλα δεν αφήνω. Πίνω κανάτα το πρωί και τρεις το μεσημέρι κι απάν’ το γύ- δουλεύτρα εγώ, κι [...]
Μια χήρα πού- μια χήρα πούλαγε κρασί, μια χήρα πούλαγε κρασί και μάζωνε σιτάρι και μάζωνε σιτάρι. Μες το κρασί ρίχνει νερό, στο στάρι ρίχνει βρώμη. – Γιατί νερώνεις το κρασί στο στάρι ρίχνεις βρώμη; – Έχω κόρη για παντρειά θέλει να κάνει προίκα να κάνει ζώνη του γαμπρού, ποδιά [...]
Ο Γιάννης άφ’σε την κλεψιά, και ’πιασε το αλέτρι και έσπειρε, κι αμάν, αμάν, και έσπειρε και απόσπειρε και έσπειρε κι απόσπειρε πέντε φεσάκια σπόρο το μ’σο το χρώ- κι αμάν, αμάν, το μ’σο το χρώσταε, το ’δωσε, το μ’σό το χρώσταε, το ’δωσε, τ’ άλλο το πάει στο μύλο [...]
Παντρεύεται, μαρή Άννα μου, ψιλή μου μαντζουράνα μου, παντρεύεται μια λυγερή κι όλος ο κόσμος θα χαρεί, παίρνει προί- μαρή Άννα μου, ψιλή μου μαντζουράνα μου, παίρνει προίκα και ελιές και πολλές αμυγδαλιές, παίρνει προίκα και λιοτρίβι, καγκελένιο έχει το φρύδι. Εδώ δουλεύουν παλικάρια, δυνατά σαν τα λιοντάρια βγάζουν λάδι κεχριμπάρι, [...]
Νεκρολατρικός χορός της άνοιξης ⬥ Τώρα, μαρή, τώρα, τώρα είν’ ο Μάης κι η άνοιξη τώρα είν’ ο Μάης κι η άνοιξη, τώρα είν’ το καλοκαίρι τώρα είν’ το καλοκαίρι τώρα τα ’λάφια χαίρονται, τώρα δροσολογιούνται. Και μια ’λαφίτσα ταπεινή, ταπεινοκαμαριάρα δε βόσκει, δε δροσίζεται, δεν πάει κοντά με τ’ [...]
Ωρέ, χειμώνας κι ο- χειμώνας κι ο χινόπωρος χειμώνας κι ο χινόπωρος, μαζί τρώνε και πίν’ε. Καλέσαν και την άνοιξη κι αυτή δε μπιγιρντάει.* Μην καμαρώνεις, άνοιξη, με τα πολλά λελούδια θε να τα πάρει ο Θεριστής, θα τα μαράνει όλα. *δε μπιγιρντάει: δεν καταδέχεται