«Όνειρο το ’δα, λυγερή, να μου το ξεδυλιάνεις: απόψε χώρες όριζα και πράσα επρασολόγου, και λευκοκάρυα ετσάκιζα, μικρό μου, στην ποδιά σου». «Δεν το θωρείς, βαριόμοιρε, μόνος και μοναχός σου; Οι χώρες είναι χωρισμοί, τα πράσα είναι πίκρες· τα λευκοκάρυα οι μπαλωθιές — ξεχωρισμοί για πάντα».