Δημοσίευμα με αφορμή την έκδοση του δίσκου Τα Αποκριάτικα
Yπάρχει μια ομάδα ελληνικών παραδοσιακών τραγουδιών που δεν θ’ ακουστούν ποτέ σε καμιά εθνική εορτή και δεν θα χορευτούν ποτέ σε καμία σχολική επίδειξη. Κι αυτό, όχι γιατί θα μοιάζουν στα παιδιά βαρετά, αλλά αντίθετα απ’ ό,τι γίνεται συνήθως, θα φαίνονται στους μεγάλους ακατάλληλα! Κι όμως, τα τραγούδια αυτά, που κανείς στην «ελευθεριάζουσα» κοινωνία μιας μεγάλης πόλης δεν θα τολμούσε δημόσια να εκστομίσει, πολλά «συντηρητικά» χωριά μας τα τραγουδούν, τα χορεύουν και τα γιορτάζουν τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, εδώ και αιώνες. Είναι τα αποκριάτικα, τραγούδια σεξουαλικής, αλλά και θρησκευτικής και κοινωνικής σάτιρας, που σε λίγες μέρες θα κυκλοφορήσουν για πρώτη φορά σε δίσκο.
«Χρόνια τα συγκέντρωνα, μα δεν μου ήταν εύκολο να τα εκδώσω», λέει η Δόμνα Σαμίου, που έκανε την έρευνα και την επιμέλεια του άλμπουμ, το οποίο θα κυκλοφορήσει σε παραγωγή δική της, και επιπλέον ερμηνεύει κάποια από τα κομμάτια αυτά. Τα υπόλοιπα τα λένε τραγουδιστές και οργανοπαίχτες από τα μέρη όπου προέρχονται. «Δεν μου ήταν εύκολο, διότι είχα πουριτανικές αντιδράσεις. Ακόμα και επιστήμονες, θεωρούν ότι τα τραγούδια αυτά δεν πρέπει να ακούγονται. Και όμως, είναι τόσο φυσικά, όσο και αυτά του γάμου και της ξενιτιάς. Επιβιώνουν δε σ’ ένα σωρό χωριά, αλλά και πόλεις. Στην Κοζάνη, ας πούμε, ανάβουν τις Απόκριες στις γειτονιές φανούς – φωτιές δηλαδή – κι αφού έχουν πιεί απ’ το πρωί, μαζεύονται κατά ομάδες και τραγουδούν:
Σαράντα μ’νιά, μπρε-μπρε-μπρε, σαράντα μ’νιά μι κύκλουσαν
σαράντα μ’νιά μι κύκλουσαν τον πούτσου να μι φάνι.
Kι ο πούτσος μου καμαρωτός τ’ αρχίδια μου ρουτάει:
– Tι λιέτι σεις, αρχίδια μου, μπουρώ να τα γαμήσω;
– Nα τα γαμήσεις πούτσκαρη κι μεις θα σι βουηθούμι
μόνο ν’ αφήσεις κι γιά μας, λίγο μέσα να μπούμι».
Δεν είναι παράξενο που τα τραγούδια αυτά γεννήθηκαν οε συντηρητικές κοινωνίες;
Καθόλου. Γιατί εκπληρούν κατ’ αρχήν μια ανάγκη παλιότερη απ’ την ντροπή. Την ανάγκη του εξευμενισμού της γης για να καρπίσει. Στη λαϊκή, ήδη όμως και από την αρχαία παράδοση, η γη ταυτίζεται με τη γυναίκα. Κι αυτό στα έθιμα είναι σαφές: στον Τύρναβο, ας πούμε, φτιάχνουν κάθε άνοιξη ξύλινα ομοιώματα φαλλών και τα χώνουνε στη γη, για να καρπίσουν, λένε, τα αμπέλια. Και άλλοτε, γεμίζουν με κρασί πήλινους φαλλούς και κερνούν όποιον περνάει.
Πολλά τραγούδια μάλιστα, περιγράφουν πολύ άνετα και χαρωπά μοιχείες και άλλες «άνομες» σεξουαλικές σχέσεις, που, όταν πραγματοποιούνται στ’ αλήθεια ξεσηκώνουν ακόμα τις πιο άγριες βεντέτες.
Ναι, βέβαια, πολλά έχουν ανατρεπτικό χαρακτήρα. Ό,τι απαγορεύεται, στα τραγούδια επιτρέπεται. Ακόμα και οι ιερείς και οι προεστοί διακωμωδούνται αλύπητα.
Μήπως, σε μιαν άλλη εποχή, ήταν κι ένας τρόπος αντίδρασης στις διάφορες μορφές εξουσίας;
Μπορεί. Κάποτε μάλιστα θα ήταν και ο μόνος τρόπος. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στη Μυτιλήνη ανεβαίνουν αυτές τις μέρες σ’ ένα βάθρο και σατιρίζουν τους πάντες. Από τον γείτονά τους ως τον πρωθυπουργό και τον πατριάρχη.
Και αν ο τελευταίος διαμαρτυρηθεί, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μιχάλης Κοπιδάκης, που υπογράφει ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο στο προσεγμένο ένθετο του δίσκου, μπορεί να απαντήσει: «…Ο φαλλός δεν ήταν ξένος και προς τη χριστιανική λατρεία κατά τα πρώτα της στάδια. Αλλωστε ακόμη και ως το 18ον αιώνα σε ορισμένες περιοχές οι ευσεβείς αφιέρωναν στους Αγίους Αναργύρους φαλλούς από κερί!». Μέχρι πρόσφατα εξάλλου, αν όχι ακόμα σήμερα, όπως γράφει ο μουσικολόγος και συνεργάτης της «Ε» Λάμπρος Λιάβας, «ο ίδιος χωρικός, που ως το μεσημέρι της Καθαρής Δευτέρας χόρευε με ομοιώματα φαλλών και τολμηρές αθυροστομίες, αμέσως μετά συμμετείχε στον πρώτο Εσπερινό της Σαρακοστής ψάλλοντας το ‘Κύριε των Δυνάμεων!’. Ο ίδιος χωρικός θα μπορούσε να παραλλάσσει γνωστά τραγούδια. «Λ.χ. το γνωστό Μια πέρδικα καυχήθηκε γίνεται… Ένα μουνί καυχήθηκε. Και άλλωστε, «παρωδίες αυτού του τύπου καταλήγουν και ως την τολμηρή διακωμώδηση της εκκλησιαστικής τάξης με ‘διασκευές’ ψαλμών (όπως εξάλλου συνέβαινε και στο Βυζάντιο με άσεμνες παρωδίες των ακολουθιών αλλά και στη Δύση λ.χ. στο γνωστό χειρόγραφο των Carmina Burana». Και μια τελευταία ερώτηση για την Δόμνα Σαμίου:
Με το υπουργείο Προεδρίας δεν είχατε κανένα πρόβλημα;
Οχι ακριβώς. Απλώς, μέχρι να συναντήσω τον γενικό γραμματέα Τύπου, δίσταζαν κάπως να πάρουν την ευθύνη. Αλλά γέλαγαν κάτω απ’ τα μουστάκια τους οι άνθρωποι…
Φώτης Απέργης , Εφημερίδα , Ελευθεροτυπία , 19 Φεβρουαρίου 1994