Άνοιξε, χείλι μ’ άνοιξε γλυκά να τραγουδήσεις για την καημένη την καρδιά την παραπονεμένη ώρες με βάζει και γελώ, ώρες με κάν’ και κλαίω. Πολύ βαριά αρρώστησα…
Δεν είν’ αυγή να σηκωθώ να μην αναστενάξω, έβγα ήλιε μου κι έλα μίλιε μου να γείρω στο προσκέφαλο κι από καρδιάς να κλάψω, έβγα να σε δω να παρηγορηθώ. Στ’ Αλάτσατα ’ναι ένα βουνό, Καρανταή το λένε, έλα ταίρι μου και πιάσ’ το χέρι μου που παν οι Αλατσατιανές και τον καημό τους [...]
Δεν ξημερώ- δεν ξημερώνεις μαύρη αυγή να πά’ να η- να πά’ να ησυχάσω, τζιβαέρι μου, να πά’ να η- να πά’ να ησυχάσω. Τα μάτια μ’ α- τα μάτια μ’ απ’ την αγρυπνιά κοντεύω να, κοντεύω να τα χάσω, τζιβαέρι μου, κοντεύω να, κοντεύω να τα χάσω. Έβγα να σε [...]
Όσο βαρούν τα σίδερα βαρούν τα μαύρα ρούχα γιατί τα φόρεσα κι εγώ για μια ν-αγάπη που ’χα. Eίχα και υστερήθηκα, θυμούμαι και στενάζω, άνοιξε γη μέσα να μπω, κόσμο να μην κοιτάζω.
Τίνος να πω τον πόνο μου, να μην αναστενάξει η πέτρα η αμίλητη κι εκείνη θε να κλάψει. Ο ήλιος εβασίλεψε κι η γης ακόμα βράζει χαρά σ’ εκείνη την καρδιά που δεν ανεστενάζει. Ο ήλιος εβασίλεψε κι άρχισε να νυχτώνει κι αρχίσανε να με βαρούν τα βάσανα κι οι [...]